Προσφατες δημοσιευσεις :

H εορτή της Κοιμήσεως της Θεοτόκου

Το Πάσχα του Καλοκαιριού

 

Είναι χιλιοειπωμένο και μυριογραμμένο ότι η γιορτή της Κοιμήσεως της Θεοτόκου ονομάζεται και ''Πάσχα του καλοκαιριού''. Γιατί όμως;

Πάσχα σημαίνει (ως γνωστό) πέρασμα. Είναι δηλαδή η γιορτή, άλλη μια ευκαιρία να ανανεώσουμε τις πνευματικές μας δυνάμεις, ώστε να τολμήσουμε την φυγή μας από τα μίζερα και χαμερπή και να καταφύγουμε στα χαρούμενα και αισιόδοξα. Χωρίς αυτό να φέρει την παραίτηση, την μοιρολατρεία ή την απογοήτευση.

Ποιές είναι οι ομοιότητες των δύο περασμάτων;

Και τα δύο έχουν ανάλογη νηστεία, ως μέσον εγκράτειας και ποτέ ως βασανιστήριο και αφορμή να καταστήσουμε πεινασμένους τους χριστιανούς. Το μέτρο στα φαγητά, θα είναι αφορμή να βάλουμε μέτρο, μέχρι εκμηδενισμού, στις αστοχίες, μας και στις αδυναμίες μας, μία απ’ αυτές μπορεί να είναι και το φαγητό, πρώτα ως ποσότητα και ύστερα ως ποιότητα.

Ύστερα έχει πλούσια υμνολογία, όπως και η Μεγάλη Τεσσαρακοστή. Οι παρακλητικοί κανόνες, ο μικρός και ο μεγάλος, δεν είναι απλά θαυμάσια μελωδήματα πλούσιων νοημάτων, αλλά η εγκάρδια προσευχή των χριστιανών, ιδίως εκείνων που τα κύματα της ζωής τους χτυπούν ανελέητα και βασανιστικά.

Αποκορύφωμα της περιόδου που αρχίζει την 1η Αυγούστου είναι η 15η. Είναι τότε που θα ψάλουμε και τα Εγκώμια, σαν μια άλλη Μεγάλη Παρασκευή. Είναι ο επιτάφιος θρήνος για την Θεοτόκο από τα παιδιά Της, επειδή φαίνεται ότι Την χάνουν.

Ο Κύριος θα διαψεύσει όλους και θα τους χαροποιήσει ταυτόχρονα. Θα παραλάβει την ψυχή Της και το Σώμα Της θα μετατεθεί στον ουρανό κατά την εκκλησιαστική διδασκαλία και γραμματεία. Υπάρχει ζώσα και πρεσβεύουσα για όλους μας.

Επιπλέον η γιορτή έχει απόδοση-τέλος, σε εννέα ημέρες όμως. Είναι η ημέρα που έχει τα ίσα με την κυριώνυμο εορτή, όπως συμβαίνει με την Ανάσταση του Κυρίου.

Υπάρχει και μία αντίθεση στις δύο γιορτές, Πάσχα της άνοιξης και Πάσχα του καλοκαιριού. Στην μεν πρώτη περίπτωση μία θεομητορική γιορτή κάνει το ποικιλόμορφο διάλειμμα της όλης κατανυκτικής περιόδου, ο Ευαγγελισμός της Θεοτόκου, ενώ στο Πάσχα που θα ζήσουμε από αύριο έρχεται η δεσποτική εορτή της Μεταμορφώσεως του Σωτήρος, ως στάση για υπόμνηση, ότι όλων τελικός στόχος και σκοπός ζωής είναι η μεταμόρφωση όλων, από το καλό στο καλύτερο, με τέλος το άριστο, την Βασιλεία Του.

Δεν είναι η Σωτήρα μας, μόνο ο Ιησούς σώζει. Σίγουρα είναι εκείνη που πρεσβεύει προσευχητικά για την σωτηρία μας. Στην πλούσια υμνολογία των ημερών έχει Εκείνη σπουδαία θέση, ως απαντήσεις στα θαύματα και ως άλλες αποδείξεις ότι ζει. Οι άλλοι θα βρίσκονται στην πλάνη της διαστρέβλωσης και της απόρριψης.

Δεν είναι το τέλος της ζωής μας, αλλά μας βοηθά έμπρακτα στο ποθητό και σωτήριο πέρασμά μας. Μας χειραγωγεί με τις δεήσεις Της ενώπιον του Κυρίου μας, προκειμένου να συγχωρεθούμε και να λυτρωθούμε.

Μας υπενθυμίζει με την Κοίμησή Της πως εκεί που φαίνεται ότι υπάρχει και μας περιμένει ένα τέλος, στήν ουσία βιώνουμε μια αρχή, χαρμόσυνη και αιώνια.

Καλό δεκαπενταύγουστο λοιπόν και καλή Παναγιά!


ΣΥΝΑΞΑΡΙ 15ης ΑΥΓΟΥΣΤΟΥ

Την 15η Αυγούστου εορτάζουμε τη μνήμη της άγιας και σεβάσμιας Μετάστασης της άχραντης δέσποινας μας, Θεοτόκου και αειπαρθένου Μαρίας, όταν ευδόκησε ο Θεός μας Χριστός να παραλάβει κοντά του τη Μητέρα του, γνωστοποιώντας τη Μετάσταση της από τη γη με άγγελο πριν από τρεις μέρες. Λέει· «Είναι καιρός εσένα τη Μητέρα μου να σε πάρω κοντά μου. Να μη θορυβηθείς λοιπόν καθόλου γι’ αυτό, αλλά χαρούμενη να δεχτείς την είδηση, γιατί μεταβαίνεις στην αθάνατη ζωή».
Όταν το έμαθε αυτό η Θεομήτωρ, χάρηκε πάρα πολύ. Εξαιτίας λοιπόν του πόθου της να πάει προς τον Υιό της, ανεβαίνει στο Όρος των Ελαιών με ζήλο για να προσευχηθεί —συνήθιζε συνέχεια να ανεβαίνει εκεί και να προσεύχεται—, γι’ αυτό και τότε κάτι παράξενο της συμβαίνει. Γέρνουν από μόνα τους τα φυτά του βουνού προς τη γη και σαν να είναι ζωντανοί δούλοι εκπληρώνουν τον οφειλόμενο σεβασμό προς τη Δέσποινα. Μετά την προσευχή της επιστρέφει σπίτι της κι αμέσως ολόκληρο αυτό ταρακουνιέται. Αφού φωταγώγησε ολόκληρο το σπίτι και ευχαρίστησε τον Θεό, συγκεντρώνει τους συγγενείς και τους γείτονες της, καθαρίζει το σπίτι, ετοιμάζει το κρεβάτι της και ό,τι άλλο χρειάζεται για την ταφή της, αποκαλύπτει τα λόγια που της είπε ο άγγελος για τη Μετάσταση της στον ουρανό, και για να πιστέψουν αυτά που τους είπε, τούς δείχνει το βραβείο που της έδωσε. Αυτό ήταν ένα κλαδί φοινικιάς.
Οι γυναίκες που είχαν προσκληθεί, όταν τα άκουσαν αυτά λούστηκαν στους θρήνους και οδύρονταν γοερά. Όταν όμως σταμάτησαν το κλάμα, την παρακαλούσαν να μην τις αφήσει ορφανές. Η Πανάμωμη διαβεβαίωνε όχι μόνον αυτές, αλλά και όλον τον κόσμο, ότι μετά τη Μετάσταση της θα τούς περιφρουρεί και θα τους επιβλέπει, αλλά η μεγάλη λύπη που αισθάνονταν όλοι, εξουδετέρωνε τα παρηγορητικά λόγια της που τους απηύθυνε. Έπειτα καθορίζει το τι θα γίνουν οι δύο χιτώνες της, ορίζει να τούς πάρουν δύο φτωχές χήρες, που ήταν φίλες της και γνωστές, και έπαιρναν τα απαραίτητα εφόδια για τη ζωή τους απ’ αυτήν.
Ενώ αυτά έτσι τα ανέπτυξε και τα τακτοποίησε, ξαφνικά ακούγεται ο ήχος μιας δυνατής βροντής και με τη βοήθεια πολλών νεφών από τα πέρατα του κόσμου αφού αρπάχτηκαν οι μαθητές του Χριστού, φθάνουν όλοι μαζί στο σπίτι της Θεομήτορος. Ανάμεσα σ’ αυτούς βρίσκονται ο Διονύσιος ο Αρεοπαγίτης, ο Ιερόθεος και μαζί του ο Τιμόθεος, οι έχοντες θεία σοφία ιεράρχες, που με τα νέφη μεταφέρθηκαν κι αυτοί. Όλοι, όταν έμαθαν την αιτία της συγκεντρώσεως τους, της έλεγαν τα έξης· «Εσένα, Δέσποινα, όταν παρέμενες στον κόσμο σε βλέπαμε σαν να βλέπαμε τον ίδιο τον Δεσπότη και Δάσκαλο μας και γι’ αυτό παρηγοριόμασταν, τώρα όμως όπως βλέπεις γεμίσαμε από λύπη και δάκρυα, εξαιτίας της μεταστάσεώς σου. Επειδή όμως με απόφαση του Υιού και Θεού σου πηγαίνεις στα υπερκόσμια, χαιρόμαστε που έτσι αποφάσισε ο Θεός για σένα». Ενώ τάλεγαν αυτά, μούσκευαν στα δάκρυα. Αύτη όμως απαντούσε· «Μη, φίλοι και μαθητές του Υιού και Θεού μου, μη μετατρέπετε τη χαρά μου σε πένθος, αλλά το σώμα μου να το κηδεύσετε, όπως θα το τακτοποιήσω εγώ πάνω στην κλίνη μου».
Αφού έγιναν αυτά έτσι, φθάνει και ο θεσπέσιος Παύλος, ο οποίος πέφτει στα πόδια της Θεοτόκου, την προσκυνά και αρχίζει να της λέει πολλά εγκώμια, όπως παραδείγματος χάριν· «Σε χαιρετώ, Μητέρα της ζωής και θεμέλιο του κηρύγματος μου. Αν και δεν είδα με τον Χριστό, βλέποντας εσένα νόμιζα ότι έβλεπα Εκείνον». Έπειτα τους αποχαιρετά όλους η Παρθένος, ξαπλώνει στο κρεβάτι της, τακτοποιεί το άχραντο σώμα της όπως ήθελε, δέεται για την κατάσταση του κόσμου και για ειρηνική συμπεριφορά των ανθρώπων, με τις ευχές της τους γεμίζει όλους με ευλογίες και έτσι τέλος παραδίδει το πνεύμα της στα χέρια του Υιού και Θεού της.
Μετά απ’ αυτά ο Πέτρος αρχίζει να ψάλλει νεκρικά τροπάρια. Οι υπόλοιποι Απόστολοι άλλοι σηκώνουν το νεκρικό φορείο κι άλλοι με λαμπάδες και ύμνους προχωρούν και συνοδεύουν το θεοδόχο σώμα στο μνήμα. Τότε λοιπόν, ακριβώς τότε, ακούγονταν άγγελοι να υμνολογούν και φωνές από τις υπερκόσμιες τάξεις των αγγέλων να γεμίζουν τον αέρα. Εκείνη τη στιγμή οι άρχοντες των Ιουδαίων παρακίνησαν μερικούς από τον όχλο και τους πείθουν να δοκιμάσουν να ανατρέψουν το φορείο, όπου είχε τοποθετηθεί το ζωαρχικό σώμα, και να το ρίξουν κάτω. Όμως η δικαιοσύνη προφταίνει και τιμωρεί με τύφλωση όλους τους αυθάδεις. Ενός απ’ αυτούς του στερεί και τα δύο χέρια, επειδή με μεγαλύτερη μανία όρμησε και άγγιξε το ιερό εκείνο φορείο. Αυτός δίπλα στο φορείο με κομμένα τα αυδάθη χέρια του από το ξίφος της δικαιοσύνης και κρεμασμένα στο κενό, έμεινε εκεί ελεεινό θέαμα, μέχρις ότου πίστεψε μ’ όλη του τη ψυχή και θεραπεύτηκε και έγινε πάλι υγιής όπως ήταν και προηγουμένως. Αυτός, επειδή προσπαθούσε με κάθε τρόπο να σώσει τους τυφλούς, αφού πήρε ένα κομμάτι κλαδί φοινικιάς από το φορείο και το τοποθέτησε στους παθόντες, αμέσως τους γιάτρεψε, επειδή πίστεψαν κι αυτοί.
Οι Απόστολοι, όταν έφτασαν στο σημείο που λεγόταν Γεθσημανή και απόθεσαν στον τάφο το σώμα που υπήρξε πηγή ζωής, μένουν εκεί τρεις μέρες ακούγοντας μόνον αυτοί τις αγγελικές φωνές, οι οποίες δεν σταμάτησαν καθόλου. Επειδή όμως, όπως λέει η παράδοση, σύμφωνα με τη θεία οικονομία ένας από τους Αποστόλους, ο Θωμάς, έχασε την κηδεία του σώματος, που ήταν η πηγή της ζωής, γιατί έφτασε την τρίτη μέρα. Επειδή το έφερε αυτό βαρέως και στενοχωριόταν, γιατί δεν αξιώθηκε κι αυτός να πάρει μέρος στην τελετή όπως όλοι οι άλλοι συναπόστολοι, αποφάσισαν όλοι μαζί, για χάρη του Αποστόλου που δεν πρόφτασε, να ανοίξουν τον τάφο για να προσκυνήσει κι αυτός, αλλά αυτό που είδαν τους άφησε άναυδους. Βρήκαν τον τάφο άδειο από το άγιο σώμα, τί θαύμα!, και μόνον το σάβανο ήταν εκεί, παρηγοριά για όλους όσοι στο μέλλον θα λυπόταν, αλλά και αδιάψευστη απόδειξη για τη μετάσταση της. Μέχρι σήμερα βέβαια φαίνεται ο λαξεμένος στην πέτρα τάφος και προσκυνείται, ενώ είναι κενός από το σώμα της Θεοτόκου.
Γιορτάζεται η γιορτή της στον σεβαστό ναό της που βρίσκεται στις Βλαχέρνες και στις άγιες εκκλησίες που φέρνουν το όνομα στους διάφορους τόπους.


  Ερμηνεία της Εικόνας της Κοιμήσεως της Θεοτόκου

Δεκαπενταύγουστος! Το Πάσχα του Καλοκαιριού. Η μεγάλη θεομητορική γιορτή του Αυγούστου, η Κοίμηση της Θεοτόκου, συγκλονίζει κάθε πιστή ψυχή. Ήδη από την πρώτη του μηνός στις εκκλησίες ψάλλονται καθημερινά οι Παρακλήσεις - εναλλάξ η Μικρή και η Μεγάλη. Οι πιστοί προετοιμάζονται νηστεύουν, εξομολογούνται, κοινωνούν για να γιορτάσουν αληθινά το μεγάλο πανηγύρι.

Μητέρα της Ζωής η Παναγία μεθίσταται προς την όντως Ζωή, τον Υιό και Θεό Της. Η παράδοση της Εκκλησίας αναφέρεται στην Μετάστασή Της. Χάρη σ’ αὐτὴν το άχραντο σώμα της Νέας Εύας, της γυναίκας που γέννησε τον φθορέα της φθοράς, δε γεύεται της φθοράς τη δύναμη. «Ἡ πηγὴ τῆς ζωῆς ἐν μνημείῳ τίθεται», όμως «κλίμαξ πρὸς οὐρανὸν ὁ τάφος γίνεται».

Η αγία εικόνα της Κοιμήσεως της Θεοτόκου είναι πολυπρόσωπη. Δυό όμως πρόσωπα ξεχωρίζουν στην όλη παράσταση: Ο Χριστός και η Παναγία. Ο Χριστός μας με το ηγεμονικό Του παράστημα που κρατεί την ψυχή της Παναγίας Μητέρας Του, βρέφος φασκιωμένο, και το λιπόσαρκο σκήνωμα της Παναγίας.

«Στην εικόνα δεσπόζει το νεκρικό κρεβάτι, στολισμένο με πλούσια ποδέα, όπου αναπαύεται η Παναγία με τα χέρια σταυρωμένα. Μπροστά στερεωμένο σε ένα απλό κηροπήγιο καίει ένα χοντρό κερί. Πίσω από το νεκρικό κρεβάτι και στη μέση ακριβώς στέκει ο Χριστός με το σώμα σε περίεργη στροφή προς τα δεξιά, προς την κεφαλή της Μητέρας Του. Στα χέρια Του απλωμένα στην ίδια κατεύθυνση, κρατεί την ψυχή της, που έχει τη μορφή φασκιωμένου μωρού με τα χέρια σταυρωμένα. Τον τριγυρίζει δόξα. Μέσα σ αὐτὴν είναι ζωγραφισμένοι στην κορυφή ένα εξαπτέρυγο και σε μονοχρωμία τέσσερεις άγγελοι που πλαισιώνουν το Χριστό με χειρονομίες και έκφραση λύπης στα πρόσωπά τους... Πάνω ακριβώς από το Χριστό στην κορυφή του τόξου της εικόνας έχουν ανοίξει οι πύλες του ουρανού και φαίνονται δυό άγγελοι, πάλι σε μονοχρωμία, να σκύβουν με σκεπασμένα χέρια για να πάρουν με τη σειρά τους την ψυχή της.

Στην κεφαλή και στα πόδια του νεκρικού κρεβατιού είναι μαζεμένοι οι δώδεκα απόστολοι με εκφράσεις, στάσεις και χειρονομίες που δείχνουν βαθειά λύπη. Ο Πέτρος θυμιατίζει στην κεφαλή της Παναγίας, ο δε Απόστολος Παύλος και ο  Θεολόγος Ιωάννης σκύβουν στα πόδια της και την ασπάζονται. Πιο πίσω είναι τρεις ιεράρχες με ανοιχτά βιβλία και στα αριστερά, στο βάθος, θρηνούν τρεις γυναίκες. Τη σύνθεση κλείνουν στο βάθος, πίσω από τις ομάδες των μαθητών, δυό συμβατικά αρχαιόπρεπα κτήρια. Ανάμεσα σ αὐτὰ διαβάζεται η επιγραφή Η ΚΟΙΜΗΣΙΣ
ΤΗΣ Θ(ΕΟ)ΤΟΚΟΥ». Οι τέσσερεις (εικονίζονται οι τρεις) Ιεράρχες που παραβρέθηκαν στην Κοίμηση, ήταν: ο Ιάκωβος ο Αδελφόθεος, ο Ιερόθεος, ο Διονύσιος ο Αρεοπαγίτης και ο Τιμόθεος. Ο Ιερόθεος δεν εικονίζεται.

Σε κάποιες εικόνες βλέπουμε στη δεξιά άκρη του σπιτιού τον Ιωάννη το Δαμασκηνό που βαστά χαρτί (πάπυρο) με τα εξής λόγια: «Ἀξίως ὡς ἔμψυχόν σε οὐρανὸν ὑπεδέξαντο οὐράνια Πάναγνε θεία σκηνώματα καὶ παρέστηκας...» Και στα αριστερά τον άγιο Κοσμά τον ποιητή κρατώντας άλλο χαρτί που λέει: «Γυναίκα σε θνητήν, ἄλλ᾿ ὑπερφυῶς καὶ μητέρα Θεοῦ εἰδότες, πανάμωμε…»

Σ’ όλα τα πρόσωπα διακρίνεται η θλίψη, ανάμικτη όμως με τη γλυκιά ελπίδα. Είναι η «χαρμολύπην», το «χαροποιόν πένθος», γνώρισμα των πιστών που ζουν με την προσμονή της ανάστασης. Τούτο βλέπουμε και στα τροπάρια της εορτής, που άλλοτε τονίζουν τον τρόμο και το δέος των Αποστόλων, τους οποίους παρουσιάζουν να δακρύζουν και άλλοτε τονίζουν τη χαρά τους, που την εκδηλώνουν με ψαλμούς και ύμνους. Παραθέτουμε δυό αποσπάσματα «Ὅτε ἡ μετάστασις τοῦ ἀχράντου σου σκήνους ηὐτρεπίζετο, τότε οἱ Ἀπόστολοι περικυκλοῦντες τὴν κλίνην τρόμω ἐώρων σε» (Στιχηρό ιδιόμελο όρθρου). «...Καὶ τὸ ζωαρχικὸν καὶ θεοδόχον σου σῶμα κηδεύσαντες ἔχαιρον, πανύμνητε» (Δοξαστικό αποστίχων Εσπερινού).

Σε μερικές εικόνες εικονίζονται στον ουρανό σύννεφα, που μετέφεραν τους αποστόλους στην Ιερουσαλήμ. Σε πολλές εικόνες της Κοίμησης ζωγραφίζεται και το επεισόδιο του αγγέλου και κόβει με το ξίφος του τα χέρια του Ιεφονία. (Πρόκειται για εκείνο τον Εβραίο που αποπειράθηκε να ρίξει στο έδαφος το λείψανο της Θεοτόκου).

 Θεολογική ερμηνεία

Η όλη εικόνα όχι μόνον αναπαριστά αυτό που έγινε κατά την εξόδιο ακολουθία της Παναγίας, αλλά δείχνει και το τί είναι η Εκκλησία. Πρόκειται για μια εικόνα που δείχνει κατά τον πλέον ανάγλυφο τρόπο το μυστήριο της Εκκλησίας.

Η Εκκλησία δεν είναι μια ανθρώπινη οργάνωση, αλλά το Θεανθρώπινο Σώμα του Χριστού. Είναι η ενότητα Θεού και ανθρώπων στο πρόσωπο του Χριστού. Στην ιερά εικόνα της Κοιμήσεως της Θεοτόκου βλέπουμε ότι η Εκκλησία έχει στο κέντρο της τον Χριστό και την Παναγία, ως Μητέρα του Χριστού, και γύρω από αυτούς, τους Αποστόλους, τους Επισκόπους και τους Αγγέλους. Η Εκκλησία είναι ο Νυμφίος Χριστός, η μητέρα του Νυμφίου και οι φίλοι του Νυμφίου.

Έπειτα, στην ιερά εικόνα φαίνεται καθαρά ότι στην Εκκλησία έχει καταργηθή ο θάνατος, αλλά αυτό που ονομάζουμε θάνατο είναι ένας απλός ύπνος. Το σώμα δέχεται την Χάρη του Θεού και αυτό λαμπρύνεται, αλλά και η ψυχή ζη μετά θάνατον, και αν ο άνθρωπος έχει αγιασθή βρίσκεται «ἐν χειρί Θεοῦ». Αυτό που συνέβη με την Παναγία, κατά αναλογία, επιθυμούμε να συμβή και σε μάς. Δηλαδή, ευχόμαστε, όταν έλθη η ώρα να φύγουμε από τον κόσμο αυτόν, να είμαστε μέσα στην Εκκλησία, να προσευχόμαστε, να έχουμε τους πνευματικούς πατέρας κοντά μας, να λάβουμε την
ευχή τους και κυρίως να κοινωνήσουμε το Σώμα και το Αίμα του Χριστού.

Ακόμη, όπως ο Ιεφωνίας προσπάθησε να ατιμάση το σώμα της Παναγίας και δεν το κατόρθωσε, έτσι υπάρχουν διάφοροι εχθροί, οι οποίοι προσπαθούν να βλάψουν το Σώμα του Χριστού που είναι η Εκκλησία, αλλά δεν κατόρθωσαν ούτε θα κατορθώσουν να κάνουν τίποτε, γιατί η Εκκλησία δεν είναι ένα ανθρώπινο σωματείο, αλλά το Θεανθρώπινο Σώμα του Χριστού. Η Εκκλησία έχει μεγάλη δύναμη, δεν φοβάται απολύτως τίποτε, αλλά σώζει τους πάντας και αυτούς ακόμη τους λεγομένους εχθρούς της, όταν μετανοήσουν.